ἐπεργασία

ἐπεργασία
ἐπεργ-ᾰσία, ,
A cultivation of another's land, encroachment upon sacred ground (cf. foreg. 1.2),

τῆς γῆς τῆς ἱερᾶς Th.1.139

, cf. Pl.Lg.843c.
II right of mutual tillage in each other's territory, X.Cyr.3.2.23.
III treatment, discussion, Steph.in Hp.1.107 D.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • επεργασία — ἐπεργασία, η (Α) [επεργάζομαι] παράνομη καλλιέργεια ξένης, και ειδικά ιερής, γης («ἐπικαλοῡντες ἐπεργασίαν Μεγαρεῡσι τῆς γῆς τῆς ἱερᾱς», Θουκ.) 2. το δικαίωμα αμοιβαίας καλλιέργειας σε ξένους αγρούς («ἐπιγαμίας δ εἶναι καὶ ἐπεργασίας καὶ… …   Dictionary of Greek

  • ἐπεργασίᾳ — ἐπεργασίαι , ἐπεργασία cultivation of another s land fem nom/voc pl ἐπεργασίᾱͅ , ἐπεργασία cultivation of another s land fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεργασίας — ἐπεργασίᾱς , ἐπεργασία cultivation of another s land fem acc pl ἐπεργασίᾱς , ἐπεργασία cultivation of another s land fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεργασίαν — ἐπεργασίᾱν , ἐπεργασία cultivation of another s land fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεργασιῶν — ἐπεργασία cultivation of another s land fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”